Ο λαϊκισμός φουντώνει καθημερινά. Δηλητηριάζει όλες
τις πτυχές του κοινωνικού μας βίου. Και ο θυμός που έγινε οργή και μετά μίσος
θολώνει την ικανότητα διάκρισης, ποιο είναι σωστό, ποιο λάθος, ποιο το
σημαντικό και ποιο το ασήμαντο.
Έτσι
ξεκινάει το «βαρυσήμαντο» άρθρο του στην Athens Voice ο Βουλευτής Ευβοίας του
ΠΑΣΟΚ Συμεών Κεδίκογλου. Και με αυτό το άρθρο ένιωσε την ανάγκη όχι απλά να δικαιολογήσει
την θετική του ψήφο στο ξεπούλημα της χώρας, την καταρράκωση κάθε έννοιας
δημοκρατίας και την φαλκίδευση
κατακτήσεων ενός αιώνα, αλλά κάνει κάτι περισσότερο «μας τη λέει» κι από πάνω!
Γιατί
θέλει να χεις περισσό θράσος και ένα καμιόνι άγνοια για να κατηγορείς το λαό
για λαϊκισμό. Να λέει στον άνεργο (καλή ώρα) ότι του έχει θολώσει η ικανότητα
διάκρισης, ότι είναι ασήμαντο να μη μπορείς να πληρώσεις τη ΔΕΗ, κάτι σαν
παράπλευρη απώλεια σε έναν πόλεμο που δεν κληθήκαμε στρατιώτες. Κι ήρθε αυτός με
τη διαυγή σκέψη, το καθάριο μυαλό να μας νουθετήσει, να πολεμήσει για
λογαριασμός μας. Σαν τον Αη Γιώργη που καρφώνει το δράκο.
Σ’ αυτό
το άρθρο, ο καλός μας Βουλευτής, υποκύπτει στην εύκολη κριτική της περιπτωσιολογίας
και αναφέρει ένα γεγονός όπου ομάδα εφοριακών εμπόδισαν τη διεξαγωγή ενός διαγωνισμού,
προκειμένου να αποδείξει ότι όλη η Ελλάδα κυβερνιέται από κάστες που πρέπει να
σπάσουν. Βέβαια δε περιμέναμε τη κυβερνητική γραφίδα να μας μιλήσει για τις κάστες,
το ξέρουμε, το βλέπουμε, το βιώνουμε. Απλά με κολπάκι ο εκπρόσωπος των Ευβοέων
προσπαθεί να κάνει γενίκευση για το σύνολο του ενεργού πληθυσμού της χώρας.
Λέει δηλαδή με πιο ύπουλο τρόπο «μαζί τα φάγαμε» βάζοντας μπροστά περιπτώσεις
(υπαρκτές ή ανύπαρκτες) για να προκαταβάλει την ενοχή. Και βέβαια
όποιος κάνει την αντίστοιχη περιπτωσιολογία για τους βουλευτές, θυμίζοντας
- ας πούμε- τον Βουλευτή που έβγαλε ένα
εκατομμύριο ευρώ στο εξωτερικό, θα κατηγορηθεί από τον ίδιο τον πατέρα του έθνους ότι κάνει γενικεύσεις και
ότι είναι λαϊκιστής.
Και συνεχίζει:
«Το πόσο η φοροδιαφυγή κατατρώει την
οικονομία μας, το πόσο άδικη είναι και ποιος την πληρώνει τελικά έχει αναλυθεί
πολλές φορές.» Ωσάν η φοροδιαφυγή να
μην έχει πατέρα, να είναι χωρίς
προστάτες, να αποτελεί ένα φυσικό φαινόμενο που ήρθε και έπεσε από τον ουρανό
και τώρα καλούμαστε να το αντιμετωπίσουμε. Στη φράση αυτή δεν υπάρχει παρελθόν,
δεν υπάρχουν αιτίες, δεν υπήρχε πολιτική πριν, ξαφνικά εκεί που περπατάγαμε
άρχισε να βρέχει φοροδιαφυγή. Σε τούτο το σημείο βέβαια θα πρέπει κάποιος να
του υπενθυμίσει ότι δεν είναι μόνο η φοροδιαφυγή άδικη αλλά και η φορολογία. Πράγμα
που διαφεύγει από τον κ. Κεδίκογλου προφανώς γιατί έχει ψηφίσει όλα τα
φορολογικά νομοσχέδια που ήρθαν στη Βουλή. Όπως επίσης συμφωνούσε με τη
φορολογική πολιτική των προηγούμενων ετών αφού αποφάσισε να συμμετέχει σε ένα
κόμμα που είχε φτιάξει αυτό το φορολογικό σύστημα κυβερνώντας για πάνω από 20
χρόνια.
Όμως ο ευειδής
πολιτικός δε σταματά εκεί. Αναφέρει ότι «αυτό
το κράτος δε διορθώνεται με μικροδιευθετήσεις και μπαλώματα. Απαιτείται στήσιμο
από την αρχή.» Στην αρχή νόμισα ότι
ο Κυρ Συμεών ζώστηκε τ’ άρματα και προσχώρησε στο ΚΚΕ, ότι όπου να ναι θα φέρει
τα πάνω κάτω. Όμως ο πονηρός πολιτευτής άλλο έχει στο νου του βεβαίως. Μιλά για
τις κάστες και τις γενναίες μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν για να μη καταρρεύσει
το πολιτικό σύστημα, γιατί το καινούριο που μπορεί να έρθει ίσως είναι
χειρότερο. Εμ. Πες το μας ντε. Αυτό είναι που τον νοιάζει… Να σωθεί το σύστημα γιατί το
καινούριο μπορεί να είναι και χειρότερο. ‘Άσε που σ’ αυτό το καινούριο το
πιθανότερο είναι να μην είναι ο ίδιος μέσα. Και τότε τι θα απογίνουμε;
Γιατί
όταν μιλά για κάστες και για μικροσυμφέροντα η «βαθειά σκέψη» του κ. Κεδίκογλου
δεν αναφέρεται επ’ ουδενί στον αρχισυνδικαλιστή πρόεδρο του ΣΕΒ. Στους ευνοημένους
από τους Ολυμπιακούς αγώνες. Στους τύπους με τις οφσορ εταιρίες. Στους
απαλλαγμένοι από φόρους εφοπλιστές. Στους γαλακτοβιομήχανους, στις εταιρίες πετρελαίου,
στους ιδιοκτήτες αλυσίδων σουπερ-μάρκετ, στους κρατικοδίαιτους τραπεζίτες κ.α. Και
δίκιο έχει. Αυτά δεν είναι μικροσυμφέροντα.
Βέβαια,
για να μην είμαστε άδικοι, ΚΑΙ ο κ. Κεδίκογλου μας πονά και μας σκέφτεται, γι
αυτό και επαναλαμβάνει τη καραμέλα ότι «ο κόσμος έχει δίκιο να θυμώνει για τα άδικα
μέτρα, τις οριζόντιες περικοπές, την απότομη αλλαγή του οικογενειακού του
προγραμματισμού.» Φχαριστούμε που μας δίνεις το δικαίωμα να θυμώνουμε, αλλά
μήπως σας διαφεύγει κάτι; Χαλοου! ΕΣΥ
ψήφισες αυτά τα μέτρα! Τα άδικα όπως ονομάζεις. Και ότι το λες χωρίς ενδοιασμό
δε σε κάνει και ταυτόχρονα αθώο.
Αλλά πως δικαιολογούνται
αυτά τα μέτρα; Δε μπορεί να δίνεις δίκιο και σ’ αυτούς που θυμώνουνε και σε
σένα που τα ψηφίζεις. Αυτό επιχειρεί να το αιτιολογήσει στην αμέσως επόμενη φράση «Υπάρχουν όμως και αυτοί που θυμώνουν
γιατί δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα». Οπότε; Οπότε αυτομάτως θέτει τον εαυτό
του σε ένα μεταρρυθμιστικό σχήμα -άρα εξ’ ορισμού καλό- και τους αντιδρώντες τους
τοποθετεί στη συντήρηση που δεν θέλουν να αλλάξουν τίποτα –άρα αυτοί που
φωνάζουν κακοί- (πάλι γενίκευση δηλαδή).
Καταντάει
όμως γελοίο ο εκπρόσωπος του πλέον πελατειακού συστήματος (και επιβραβευμένος με
βουλευτική έδρα για αυτό) να κουνάει το δάκτυλο στους πολίτες και να κάνει και
μάθημα για τις κάστες που το σύστημα που υπηρετεί τις υπέθαλψε, τις προώθησε
και τις ανέδειξε σε κυρίαρχο οικονομικό στοιχείο.
Και
βέβαια στο σημείο αυτό δεν υπήρξε χώρος ώστε να αναφερθεί στην άδικη φορολογία,
στη νόμιμη φοροδιαφυγή, την αυτο-αθώωση και την ατιμωρησία του πολιτικού
προσωπικού, την φορολόγηση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Αυτά είναι συμπτώματα
μιας άλλης χώρας σε ένα παράλληλο σύμπαν.
Και
κλείνει το άρθρο του ο γίγας της πολιτικής σκέψης με την ναρκισσιστική άποψη ότι
το βράδυ της Κυριακής που ψηφίστηκε το μνημόνιο οι βουλευτές (αυτός δηλαδή)
έδειξαν υπευθυνότητα και μας έσωσαν, (εδώ προσκυνάμε) σε αντίθεση με τους ανεύθυνους
που είτε θέλουν επιστροφή στη δραχμή είτε υπέκυψαν σε τοπικιστικά συμφέροντα (Αυτό
το τελευταίο θέλει πολύ κουβέντα. Αλλά σάμπως είναι το μόνο;). Εδώ η γενίκευση
πάει περίπατο και παρακολουθούμε την αντιστροφή του σχήματος, όπου βαφτίζει τους
«γιες μεν» και τους εκπροσώπους των τραπεζών και των εργοδοτών υπεύθυνους, και αυτούς
που προσπαθούν να ταυτιστούν με το λαϊκό αίσθημα ανεύθυνους. Δεν είναι ο μόνος.
Τα τελευταία 20 χρόνια κάθε τι που ξέφευγε από πλαίσια του νεοφιλελεύθερου
μοντέλου, ο οποιοσδήποτε προσπαθούσε να αρθρώσει λόγο για τους πιο φτωχούς,
ερχόταν αντιμέτωπος με την κυρίαρχη ιδεολογία, που έχει κυριαρχήσει και έχει
φτάσει ως τις πατούσες τις κοινωνίας και σε γενικές γραμμές μπορεί να περιγραφεί με τη φράση: Αν βγω και
πω, «πρέπει να κοπεί η σύνταξη της μάνας μου» είμαι υπεύθυνος, αν πω ότι «πρέπει
να κοπεί του Βενιζέλου ή του Προβόπουλου» είμαι λαϊκιστής.
Τελειώνοντας
θέλω να πω ότι τον κ. Κεδίκογλου τον έχω δει μια φορά από μακριά και δεν έχω
κάτι προσωπικό μαζί του. Θα μπορούσε να ήταν στη θέση του η κ. Περλεπέ, ο ξάδελφος
του, ή όποιος άλλος καλείται να αναλύσει
και να λύσει τη κρίση με τα ίδια εργαλεία που μας έβαλαν σε αυτή. Απλά έτυχε να
διαβάσω το συγκεκριμένο άρθρο και ταπηροκρανιώθηκα* γιατί εκτός από απίστευτες
κοινοτοπίες είναι και θρασύτατο. Αισθάνθηκα σα να μου μιλά ο Μάκης Ψωμιάδης για
την κάθαρση του ποδοσφαίρου.
*Ταπηροκρανιώθηκα έκφραση που χρησιμοποιείται για
άτομο που βρίσκεται εκτός εαυτού από εξωγενείς παράγοντες. Τα πήρα στο κρανίο.